Βιταμίνη Ε
Η βιταμίνη Ε είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη με τη μορφή οκτώ χημικών ενώσεων, άλφα, βήτα, γάμμα και δέλτα τοκοφερόλες και άλφα, βήτα, γάμμα και δέλτα τοκοτριενόλες.
Δρα ως αντιοξειδωτικό προστατεύοντας τις κυτταρικές μεμβράνες από τη δράση των ελευθέρων ριζών, τροφοδοτεί με οξυγόνο το σώμα για μεγαλύτερη αντοχή, είναι ευεργετική τόσο σε όσους γυμνάζονται, σε αθλητές που προπονούνται εντατικά αλλά και σε άτομα που έχουν έντονες σωματικές δραστηριότητες, βοηθά στην επούλωση των πληγών, μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε ασθενείς που έχουν πάθει ήδη κάποιο ισχαιμικό επεισόδιο, προστατεύει από αθηροσκλήρωση και θρόμβωση, στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, βοηθά στην προστασία των PUFAs και άλλων λιπαρών ουσιών όπως της χοληστερόλης.
Η έλλειψη της είναι σπάνια αλλά η χρόνια έλλειψη θεωρείται ότι συμβάλλει στην εμφάνιση καρκίνου και καρδιοπαθειών.
Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη είναι 400-800iu για γυναίκες και άνδρες ενώ το ανώτερο όριο πρόσληψης είναι τα 1500iu.
Επίσης, η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη για τα παιδιά είναι 15iu, για τις έγκυες 22iu και τις θηλάζουσες τα 28iu.
Η πρόσληψη βιταμίνης Ε είναι ευεργετική σε άτομα που παρουσιάζουν κακή απορρόφηση των λιπών, σε καρδιακές παθολογικές καταστάσεις, σε διαταραχές στο κυκλοφορικό, σε ινοκυστική νόσος μαστού, σε συσσώρευση αιμοπεταλίων (π.χ. σε γυναίκες με ευαισθησία στα αντισυλληπτικά), σε καπνιστές.
Υψηλές προσλήψεις θρεπτικών συστατικών όπως ο Χαλκός, ο Σίδηρος και ο Ψευδάργυρος μειώνουν τα επίπεδα της.
Η λήψη κατά την εγκυμοσύνη και το θηλασμό είναι ασφαλής με ιατρική παρακολούθηση.
Οι διαβητικοί πρέπει να λαμβάνουν τη βιταμίνη μόνο με ιατρική παρακολούθηση.
Άτομα που λαμβάνουν αντιπηκτική αγωγή ή πάσχουν από σιδηροπενική αναιμία και υπερθυρεοειδισμό θα πρέπει να αποφεύγουν τη λήψη.
Η υγρή παραφίνη και τα αντισυλληπτικά μειώνουν την απορρόφηση της.